Ε: Μπορείτε να μου περιγράψετε έτσι μια συνηθισμένη διδασκαλία της γλώσσας; Στο σχολείο.
Κ: Ναι. Λοιπόν καταρχάς αρχίζει η ενότητα με το πρώτο εισαγωγικό σημείωμα που είναι ένα κείμενο. Πάνω σ’ αυτό το κείμενο, τώρα είμαστε υποχρεωμένοι να δουλεύουμε ε με βάση ε το σχεδι, ας το πω έτσι, το σχεδιάγραμμα που θα εξεταστούν κιόλας οι μαθητές. Μας δίνεται λοιπόν ε διαβάζουμε αυτό το κείμενο, το χωρίζουμε σ’ ενότητες, δίνουμε πλαγιότιτλους, ε λέμε το νόημα ή την περίληψη. Προσπαθούμε να μάθουμε στα παιδιά ε να γράφουν περίληψη, δηλαδή να μην χρησιμοποιούν τις ίδιες λέξεις, ας πούμε, τους λέμε, τους περιορίζουμε τον αριθμό, επιμένουμε να μάθουνε επειδή στο λύκειο τους τα ζητάνε αυτά, άρα πρέπει και τα παιδιά να λίγο πολύ να προετοιμάζονται από (τώρα), να βρουν συνώνυμες λέξεις, να τις αντικαταστήσουν που θα αποδώσουν όμως περίπου το νόημα του κειμένου, να γράψουν την περίληψη, απαντάνε στις ερωτήσεις που έχει από κάτω το από κάτω το κείμενο και μετά περνάμε στο γραμματικό και το συντακτικό μέρος, το οποίο γραμματικό τώρα και συντακτικό μέρος ε διαβάζουμε μέσα στο βιβλίο, κάνουμε όλες τις ασκήσεις, προσπαθούμε να τις κάνουμε όλες τις βιβλ, τις ασκήσεις, εγώ δηλαδή δεν, θα μου πεις ότι και γιατί τι σε πειράζει, εντάξει ότι θέλει μπορεί να κάνει ένας καθηγητής όμως εγώ, όταν το υπουργείο μού δίνει αυτό το βιβλίο, εγώ θεωρώ, ας πούμε ότι πρέπει να στηριχτώ σ’ αυτό το βιβλίο και να το κάνω κι επειδή ξέρεις πολλές φορές οι γονείς λένε ε: « Αυτό δεν το κάνατε όμως αυτή την άσκηση» ή δεν ας πούμε «το παιδί δεν το ήξερε» και τα λοιπά, προσπαθούμε να εξαντλήσουμε όλες τις ασκήσεις αυτές, οι οποίες πολλές φορές είναι κουραστικές κι επιπλέον δίνουμε και τις δικές μας ασκήσεις. Εγώ δηλαδή τουλάχιστον κάνω όλες τις ασκήσεις που έχει μέσα το βιβλίο αυτό. Κάνουμε λοιπόν αυτές τις ασκήσεις και μετά, φυσικά αυτό γίνεται σε τρία μαθήματα, σ’ ένα μάθημα δεν βγαίνει, ίσως και τέσσερα μαθήματα θα χρειαστούν, ανάλογα με την ενότητα πόσο μεγάλη είναι. Μετά περνάμε στο ε στο σε διάφορα και τα σχήματα λόγου αν υπάρχουν μέσα στη γλώσσα και μετά περνάμε στο λεξιλόγιο. Στο λεξιλόγιο διαβάζουμε μία μία τις λέξεις, δίνω την ερμηνεία, γιατί πολλές λέξεις τα παιδιά δεν το ξέρουνε και σημειώνουνε δίπλα τι σημαίνει, κάνουμε τις ασκήσεις πάλι που έχει πίσω το βιβλίο κι εγώ συμπληρωματικά αυτό που μπο που κάνω συνήθως όταν δίνω την ερμηνεία της λέξης τους λέω ,ας πούμε κι ένα παράδειγμα για να το καταλάβουν και τους βάζω σαν επιπλέον άσκηση στο λεξιλόγιο πέρα απ’ αυτά που ζητάνε τα βιβλία, να μου κάνουν προτάσεις με τις με το λεξιλόγιο τους, ας πούμε, που χρησιμοποιούμε. Και μετά περνάμε στα κείμενα, στο τελευταίο μέρος της γλώσσας όπου εκεί στα κείμενα ε τα διαβάζουμε, όχι όλα, είναι αδύνατον να τα διαβάσουμε όλα, εγώ ήδη τα ‘χω ρίξει μια ματιά στο σπίτι ε να, διαβλέπω ποια νομίζω ότι μπορούμε να συζητήσουμε, γιατί μετά τα παιδιά θα γράψουν κι έκθεση συνήθως σ’ ένα παρεμφερές θέμα//
Ε: //Χμ//
Κ: //Ναι, από τα κείμενα αυτά. Συζητάμε, λέμε τις απόψεις μας, λένε κι αυτά τις δικές τους απόψεις και στο τέλος γράφουν καμιά εκθεσούλα μέσα, γιατί δίνονται μέσα στο βιβλίο έτσι τέτοιου είδους είτε σε μία είτε σε δύο παραγράφους ή και σε περισσότερες και στο τέλος γράφουν μία έκθεση. Αυτό γίνεται στη Νεοελληνική γλώσσα. Τώρα στα Νεοελληνικά κείμενα ε//
Ε: // Όχι, ας μείνουμε στη στη Γλώσσα. Αυτές οι ασκήσεις γίνονται την ώρα του μαθήματος ή γίνονται ως εργασίες στο σπίτι; Οι επιπλέον αυτές που τους δίνετε εσείς.
Κ: Ε εγώ συνήθως φροντίζω τις ασκήσεις του βιβλίου τις περισσότερες να τις κάνω μέσα στην ώρα του μαθήματος και φροντίζω να δίνω κάτι παραπάνω στο σπίτι από τις φωτοτυπίες τις δικές μου να δουλέψουν τα παιδιά, γιατί τα περισσότερα
Ε: τις έχουν λυμένες
Κ: ενδεχομένως έχουν//
Ε: //Λυσάρια//
Κ: //Ναι λυσάρια έχουν, ξέρω γω, βιβλία, βοηθήματα και σίγουρα ανατρέχουν εκεί πέρα. Εξάλλου φαίνεται κι όταν περνάω και κάνω έλεγχο στα τετράδια, από την έκφραση που έχουν, ας πούμε, στην απάντησή τους καταλαβαίνεις ότι αυτό δεν είναι δικό διότι ένας φιλόλογος που κάνει οχτώ και εννιά ώρες μέσα στην τάξη ξέρει πολύ καλά πώς εκφράζεται ο μαθητής, ποιες είναι οι σκέψεις του, πώς μπορεί, ας πούμε, να αναπτύξει ένα θέμα επομένως μόλις βλέπεις μια έκφραση, λες αυτή δεν είναι δικιά του, άρα την έχει αντιγράψει, χώρια που βλέπεις ότι αντιγράφει το ένα από το άλλο, δηλαδή με μια ματιά, δεν χρειάζεται να καθίσεις να κάνεις έλεγχο εξονυχιστικό, ας πούμε, φαίνεται αυτό. Συνήθως δηλαδή με δικές μου στο λεξιλόγιο φροντίζω να το αυτό επιμένω να τους δίνω λέξεις να μου γράφουν προτάσεις ή ξέρω γω καμιά μικρή παράγραφο και τα λοιπά.
Ε: Χμ. Ε πώς νομίζετε ότι είναι καλύτερο να διδάξουμε τη γλώσσα στους μαθητές; Εσείς δηλαδή η δική σας φιλοσοφία ποια είναι;
Κ: =Κοιτάξτε να δείτε έτσι όπως είναι το βιβλίο δηλαδή που έχει, ας πούμε το λεξιλόγιο, πολύ σωστά υπάρχει ας πούμε το λεξιλόγιο, γιατί όντως υπάρχουν λέξεις που τα παιδιά δεν τις ξέρουν κι ίσως ούτε κι εγώ θα τις έλεγα ποτέ, ας πούμε. Ε καλώς γίνεται. Εμένα η διαφωνία μου είναι μόνο σε ότι αφορά το συντακτικό και τη γραμματική. Δηλαδή θεωρώ ότι έχουμε να κάνουμε τρεις ώρες γλώσσα. Προτιμώ μία ώρα να είναι αποκλειστικά γλω μία ώρα γραμματική και να έχω το βιβλίο της γραμματικής μπροστά μου. Όχι συμπληρωματικά το βιβλίο της γραμματικής. Και δε γίνεται να τα κάνουμε όλα, δηλαδή να το ‘χουμε και το ένα και μετά να τους λέω : «Ανοίξτε, παιδιά, εκεί στη γραμματική να το δούμε». Όχι, θέλω να ‘χω το βιβλίο της γραμματικής, όπου το βιβλίο αυτό της γραμματικής θα έχει και ασκήσεις και αποκλειστικά θα κάνει τις ασκήσεις αυτού του κεφαλαίου του οποίου θα παραδώσω. Εγώ νομίζω ότι μόνο έτσι μπορείς, δηλαδή κι εγώ θυμάμαι από μαθήτρια τώρα τη γραμματική , το συντακτικό, χώρια που ξέρετε πολλά παιδιά είναι κι οπτικοί τύποι. Και λένε: «Πού είναι αυτό, κυρία, τώρα; Πού θα το ψάξουμε να το βρούμε;» ας πούμε και τα λοιπά, ενώ ας πούμε εγώ θυμάμαι τη γραμματική πως ήταν, τα ουσιαστικά όταν τα κάναμε ξέρω γω, ε πού υπήρχαν ας πούμε στ’ αρχαία τα πάθη, τα φωνήεντα όλα αυτά, α δηλαδή και τις σελίδες θυμάμαι. Να σκεφτείτε ότι στην ιστορία καμιά φορά, για να δείτε ότι μερικά πράγματα πώς εντυπώνονται στα παιδιά, ας πούμε στην ιστορία λένε κυρία: «Τι θέλετε;» και τους λέμε: «Αυτό το κομματάκι που είναι στην αριστερή σελίδα και τελειώνει επάνω», «Α!», δηλαδή βλέπετε ότι το παιδί είναι και οπτικός τύπος, δηλαδή κάποια φαινόμενα τα ξέρει που βρίσκονται στη σελίδα και βοηθιέται. Εγώ αυτό μόνο αυτήν την ένσταση έχω για τη γραμματική και το συντακτικό, ότι πρέπει να είναι αποκλειστικές ώρες, με το βιβλίο της γραμματικής και του συντακτικού. Όχι να το χρησιμοποιούμε βοηθητικά. Να είναι το μό το βιβλίο//
Ε: //Ουσιαστικό μέλος//
Κ: //Ναι, αυτό.
Ε: Ε//
Κ: //Και να ανα κι αν θέλουν μετά σε εκείνο το βιβλίο που είναι το κείμενο και το λεξιλόγιο να έχουν κάποιες ασκήσεις. Ορίστε κάπου ούτε καν να υπήρχε και η θεωρία, γιατί να υπήρχε η θεωρία ή ας πούμε, και η οποία θεωρία είναι μισή, είναι τα λίγα, γιατί λέει σε παραπέμπει στη στο συντακτικό και στη γραμματική. Δηλαδή το παιδί έχουμε τώρα το βιβλίο, μιλάω εγώ τώρα για τις προτάσεις, μιλάω τ’ άλλα και λέει: «Δες σελίδα τάδε συντακτικού». Ναι, αλλά το παιδί δεν κουβαλάει κάθε μέρα και είναι και το θεωρώ απαράδεκτο να ζητάνε από τα παιδιά να κουβαλάνε και τη γραμματική και το συντακτικό. Διανοείστε εσείς τι είναι να κουβαλάνε στην τσάντα τους; Εγώ τα λυπάμαι όλα. Δηλαδή ένα μάθημα να είναι τρία βιβλία; // Να κουβαλάνε
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.